Οι παχύσαρκοι τρώνε πάντοτε περισσότερο από τους νορμοβαρείς; Γράφει η Βασιλική Χύτα.
Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι ένας άνθρωπος με παραπανίσια κιλά, τρώει πάντα περισσότερο από ανθρώπους φυσιολογικού βάρους. Είναι αυτό αλήθεια;
Όχι!
Κρύβει όμως μέσα του την αρχή του ενεργειακού ισοζυγίου στην οποία οφείλεται η κάθε αυξομείωση βάρους.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή! Ένας άνθρωπος προκειμένου να διατηρήσει το βάρος του, έχει ανάγκη από έναν συγκεκριμένο αριθμό θερμίδων. Εάν καταναλώνει τακτικά μεγαλύτερο αριθμό θερμίδων, θα πάρει βάρος. Από την άλλη πλευρά αν συμβεί το αντίθετο και καταναλώνει λιγότερες θερμίδες, το βάρος του θα μειωθεί. Άρα για να γίνει κανείς παχύσαρκος χρειάζεται η ενέργεια που λαμβάνει να είναι περισσότερη από εκείνη που δαπανά.
Ωστόσο, ξεχνάμε συχνά να μελετήσουμε δύο σημαντικούς παράγοντες.
Ο πρώτος είναι ότι αυτές οι θερμίδες που χρειάζονται για να διατηρηθεί το σωματικό βάρος, αλλάζουν από άνθρωπο σε άνθρωπο. Όλοι οι άνθρωποι δεν έχουμε την ίδια ανάγκη σε θερμίδες. Αυτό εξαρτάται από την ηλικία, το βάρος, το ύψος, το φύλο και τα γονίδια μας. Έτσι μπορεί για παράδειγμα ο Α να καταναλώνει λιγότερες θερμίδες από τον Β, αλλά να είναι παχύσαρκος διότι για το δικό του σώμα οι θερμίδες αυτές περισσεύουν.
Σημείο κλειδί αποτελεί κι ο δεύτερος παράγοντας που είναι η φυσική δραστηριότητα. Μελέτες δείχνουν ότι πολλοί παχύσαρκοι άνθρωποι δεν τρώνε περισσότερο αλλά κινούνται λιγότερο. Αν, για παράδειγμα, συγκρίνουμε δύο ανθρώπους ίδιας ηλικίας, βάρους, φύλλου και ύψους και προσπεράσουμε την γενετική προδιάθεση θα δούμε το εξής: ενώ και οι δύο θα έχουν την ίδια ανάγκη σε ενέργεια ,εκείνος που κινείται λιγότερο χωρίς να μειώνει την τροφή του θα είναι παχύσαρκος.
Αυτό απαντάει στην πολύ συχνή ερώτηση: ‘Γιατί ο τάδε τρώει περισσότερο από εμένα αλλά είναι αδύνατος;’.
Αρκεί να είναι πιο ψηλός ,μικρότερος ηλικιακά ή να κινείται περισσότερο ώστε να έχει μεγαλύτερο περιθώριο κατανάλωσης τροφής από εμάς. Σε όλο αυτό έρχεται να προστεθεί και η σύσταση σώματος. Για παράδειγμα οι άνθρωποι με ανεπτυγμένο μυϊκό ιστό κάνουν περισσότερες καύσεις από εκείνους με αυξημένο λιπώδη ιστό. Αυτό οφείλεται στο ότι ο μυϊκός ιστός είναι μεταβολικά ενεργός σε αντίθεση με τον λιπώδη που είναι αδρανής. Έτσι ακόμα κι αν συγκρίνουμε δύο ανθρώπους ίδιου ύψους, φύλου, ηλικίας και βάρους που καίνε ακριβώς τις ίδιες θερμίδες μέσω της κίνησης τους, είναι πιθανό αν τρώνε ακριβώς τα ίδια πράγματα ο ένας να παίρνει βάρος κι ο άλλος να το διατηρεί ή και να χάνει. Αυτό θα οφείλεται στο ότι ακόμα και στα ίδια κιλά η σύσταση σε λίπος και μυς για κάθε άνθρωπο διαφέρει κατά πολύ κι έτσι εκείνος με τον περισσότερο λιπώδη ιστό θα έχει μικρότερο περιθώριο κατανάλωσης τροφής ώστε να μην μεταβληθεί το βάρος του.
Συνοπτικά, ένας άνθρωπος μπορεί να έχει περισσότερο βάρος συγκριτικά με κάποιον άλλον λόγο:
- Φύλου, ύψους, βάρους, ηλικίας
- Γονιδίων και γενετικής προδιάθεσης
- Μειωμένης ή μη επαρκούς κίνησης
- Αυξημένου λιπώδους ιστού
- Μεγαλύτερης κατανάλωσης τροφής
Γιατί τα αναλύουμε όλα αυτά;
Για δύο λόγους!
Ο πρώτος: να καταρριφθεί ο μύθος ότι οι παχύσαρκοι άνθρωποι τρώνε απαραίτητα περισσότερο.
Ο δεύτερος: να σταματήσουμε να συγκρινόμαστε με τους γύρω μας και να εφαρμόζουμε επάνω μας ανορθόδοξες μεθόδους αδυνατίσματος.
Ακόμη κι αν η φίλη μας επισκέφθηκε διατροφολόγο, οι οδηγίες που ακολούθησε αφορούν τα δικά της χαρακτηριστικά. Η εφαρμογή ενός πλάνου που δεν φτιάχτηκε για εμάς, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα ακόμα και να πάρουμε κιλά αντί να τα χάσουμε. Επιπλέον η σύγκριση μας οδηγεί σε αισθήματα αδικίας και ανεπάρκειας. Δεν έχει σημασία αν κάποιος στο περιβάλλον μας τρώει πολύ περισσότερο από εμάς και πάντοτε διατηρούσε ένα φυσιολογικό βάρος.
Σημασία έχει να δούμε το σώμα μας ως αυτό το μοναδικό δημιούργημα που είναι και να του προσφέρουμε όσα έχει ανάγκη. Όχι όσα έχει ανάγκη το σώμα της φίλης, του συντρόφου ή της θείας που μας δάνεισαν την δική τους δίαιτα!
Επικοινωνία με τον συντάκτη