Αυτοφροντίδα και αυτοαγάπη. Πού τοποθετείς τον εαυτό σου; – Γράφει η Άννα Βαμβακερού, Ψυχολόγος.
Όταν ήμουν αρκετά μικρή στην περίοδο της λεγόμενης προ-εφηβείας, περίπου στα 11-12 έτη, είχα την τύχη η μαμά μου να διαβάζει τα βιβλία του Χόρχε Μπουκάι.
Μία από τις πολλές φράσεις που μου μετέφερε, έμελλε να με ακολουθεί σαν την σκιά μου σε όλη την μετέπειτα ζωή μου.
«Ανάμεσα σ’ εσένα και σ’ εμένα… [επιλέγω] εμένα.».
Δεν είμαι σίγουρη για τις μορφές που έπαιρνε αυτή η φράση στο μυαλό μου. Μέσα στα χρόνια όμως την θυμάμαι να μεταμορφώνεται και να εξελίσσεται.
Την θυμάμαι να είναι παρούσα στους πρώτους μου καυγάδες στις φιλικές μου σχέσεις.
Στα πρώτα μου εμπόδια.
Στις πρώτες αρνητικές σκέψεις, αυτές που σε τρώνε ψυχικά και σε κρατούν μακριά από τα όνειρά σου.
Στις στιγμές που χρειάστηκε να μείνω θαρραλέα. Στις συντροφικές και ερωτικές μου σχέσεις. Αλλά και μία σειρά καταστάσεων, που καθόλου βέβαιο δεν είναι εάν χωράνε μέσα σε αυτό εδώ το κείμενο.
Ορμώμενη από αυτό το προσωπικό βίωμα, θα ήθελα να μας προσκαλέσω σήμερα διαβάζοντας αυτές τις λέξεις, να αναρωτηθούμε και να προβληματιστούμε σχετικά με το τι συμβαίνει, από ποιες εσωτερικές διεργασίες περνάμε και πως εν τέλει οδηγούμαστε πολύ συχνά να παραμελούμε τις ανάγκες μας και τις επιθυμίες μας για χάρη άλλων συνθηκών.
Χρησιμοποιώ τον όρο συνθήκες, γιατί καμιά φορά τυχαίνει να επικεντρώνουμε την αιτία των αρνητικών καταστάσεων της ζωής μας σε άλλα άτομα. Στο πρόσωπο τους προβάλλουμε πιθανώς εσωτερικές μας μάχες ή και αποσιωπούμε άλλους παράγοντες.
Μπορεί λοιπόν να «χάνουμε τον εαυτό» μας, μέσα από μία σχέση φιλική ή και ερωτική.
Μέσα από την προσπάθεια μας να ανελιχθούμε εργασιακά και να ανέβουμε όλο και πιο ψηλά.
Μέσα από τον κοπιώδη αλλά ανούσιο αγώνα να χωρέσουμε σε όλες τις κοινωνικές κατασκευές.
Μέσα από την μάταιη ενασχόληση της ικανοποίησης των πάντων συνθηκών ως μία ένδειξη της ικανότητάς μας ή της αξίας μας.
Σε καμία περίπτωση δεν θέλω να υπάρξει η σκέψη πως υποστηρίζω την πρόθεση μας σε όλα αυτά, πως λέω δηλαδή ότι αυτές οι ενέργειες αποτελούν τον σκοπό μας.
Επιτρέψτε μου λίγο σε αυτό το σημείο να καταθέσω μία επιχειρηματολογία ως προς αυτό.
Εάν αυτός ήταν ο σκοπός μας, εάν δηλαδή οι συνθήκες που παραδειγματικά παρουσιάστηκαν παραπάνω αποτελούσαν υποθετικά τους επιμέρους στόχους, τότε δε θα μιλούσαμε για προσωπική παραμέληση, για υποτίμηση των δικών μας αναγκών και υπερτίμηση των ξένων επιθυμιών.
Τότε θα νιώθαμε αν μη τι άλλο, ολοκλήρωση, πληρότητα, χαρά, περηφάνια. Δεν θα εμφανίζαμε κόμπους στο λαιμό ή σφίξιμο στο στομάχι.
Ακόμη, δεν υποστηρίζω την πρόθεση ούτε στις περιπτώσεις που έχουν φορεθεί σαν ρούχα οι επιταγές, οι προτροπές, η καλή θέληση για βοήθεια τρίτων ανθρώπων. Γιατί τότε ακόμη και εάν επιφανειακά κυνηγούσαμε τους επιμέρους στόχους, ουσιαστικά θα είχαμε και πάλι αισθήματα προσωπικής εγκατάλειψης.
Καθίσταται έτσι σαφές, ότι πολλές φορές αρχίζουμε και λειτουργούμε με τρόπους, με μηχανισμούς και τεχνικές που χωρίς να γνωρίζουμε ακριβώς την προέλευσή τους, την καταγωγή τους και την χρονική διάρκεια που τις φιλοξενούμε, καταλήγουν να είναι βλαπτικοί.
Να καταναλώνουν τα ψυχικά μας αποθέματα και να κλείνουν τα παράθυρα της ψυχής μας που μοχθούν για την αυτοαγάπη.
Τι είναι άλλωστε η αυτοαγάπη;
Οι πιο πολλοί θα δήλωναν εύκολα ότι αγαπούν τον εαυτό τους. Όμως, αν τους ρώταγες: «Πες μου ένα γεγονός για το οποίο νιώθεις περήφανός/η» θα δυσκολευόταν να απαντήσουν.
Εάν τους ρωτούσες «Με ποιο τρόπο δείχνεις την αγάπη σου, σε εσένα για αυτό που είσαι;» μάλλον θα αισθανόταν μπερδεμένοι.
Πόσες φορές άλλωστε έχει συμβεί να πούμε ότι αναβάλλαμε να κάνουμε κάτι για εμάς, για την ψυχική και σωματική μας υγεία γιατί κάτι έτυχε;
Κάτι όπως δουλειές, τρεχάματα, υποχρεώσεις… Δουλειές τρεχάματα και υποχρεώσεις ,που εάν όμως τις μετρήσεις σίγουρα δεν θα καταλαμβάνουν 24 ώρες μέσα σε μία μέρα.
Διερωτώμαι έτσι, μήπως εν τέλει δεν είναι τίποτα περισσότερο από μία εύκολα χωνέψιμη δικαιολογία;
Μία κοινωνικά αποδεκτή θέση που δικαιολογεί και δεν κατακρίνει τον εσωτερικό χαλασμό και την εξωτερική παραμέληση;
Πώς άραγε θα αντιδρούσε ο κοντινός περίγυρός μας εάν μας συνέβαινε κάτι «δύσκολο» και εμείς επιλέγαμε μαζί με την διαχείριση αυτού να φροντίσουμε παράλληλα και τις ανάγκες μας;
Χωρίς να έχω καμία βεβαιότητα για τις απαντήσεις αυτών των ερωτημάτων, υποθέτω ότι θα ερχόμασταν αντιμέτωποι με σωρό αντιδράσεων, καθώς θα είχαμε μόλις δημιουργήσει μία διατάραξη.
Διατάραξη σε μία κοινωνική δομή η οποία πολύ προσεκτικά έχει τεθεί και συντηρηθεί μέσα στα χρόνια και που πλέον φαίνεται να μην είναι επαρκής. Αυτή η κοινωνική δομή που έδινε μικρότερη έμφαση στην αυτοφροντίδα, ήταν κατά την γνώμη μου μία πολλή σοφή επιλογή των παλαιότερων γενεών που είχαν να αντιμετωπίσουν δύσκολες συνθήκες επιβίωσης.
Τολμώ όμως να υποστηρίξω, ότι πλέον αποτελεί μία ατυχή προσπάθεια απομίμησης και τείνει να μοιάζει με καρικατούρα.
Η ανάγκη να αφήσουμε πίσω τα παλιά «κόλπα» και να φτιάξουμε καινούργια, ίσως γίνεται πιο εύκολα αντιληπτή εάν απαντήσουμε στο ερώτημα: «Γιατί δεν φοράμε κατά την ενήλικη ζωή, τα βρεφικά μας ρούχα αφού μας πήγαιναν και αφού μας κρατούσαν ζεστούς;».
Όσο αστεία και αν φαίνεται η εικόνα ενός ενήλικα που παλεύει για να χωρέσει σε βρεφικά ρούχα, άλλο τόσο άνιση μοιάζει και η προσπάθεια του να ζει με τρόπους που δεν ανταποκρίνονται στις νέες κοινωνικές δομές και τις καινούργιες συνθήκες ζωής.
Η αυτοφροντίδα λοιπόν, δεν είναι μία εγωιστική πράξη ή μία συμπεριφορά χωρίς νόημα και δεν μας καθιστά «εκτός τόπου και χρόνου», αλλά εντός.
Οι προσωπικές μας ανάγκες είναι μοναδικές και πολύτιμες. Ίσως η στιγμή που αυτές οι γραμμές περνούν μπροστά από τα μάτια σου είναι η κατάλληλη για να ξανασκεφτείς που τοποθετείς τον εαυτό σου μέσα στην ζωή σου.
Είσαι πρωταγωνιστής ή θεατής; Είσαι σεναριογράφος ή ηθοποιός;
Τώρα και κάθε τώρα, δεν είναι αργά να ξαναπλάσεις την πραγματικότητα σου. Η ίδια η ύπαρξη δεν είναι παρά μία πλαστελίνη, την οποία μπορείς να μετασχηματίζεις και να παίζεις μαζί της όσο εσύ το επιθυμείς.
Κλείνοντας αυτό το κείμενο, ένας συλλογισμός που κυριαρχεί στο δικό μου μυαλό είναι ότι η φράση «ανάμεσα σ’ εσένα και σ’ εμένα…[επιλέγω] εμένα», μοιάζει με το νερό της πηγής.
Μπορείς να το χρησιμοποιείς σαν φυσικό ορό για να καθαρίζεις το οπτικό σου πεδίο και να δεις αλλιώς, όταν το χρειαστείς!
Σε ευχαριστώ,
Άννα