Κίνητρα: γράφει η Ευτυχία Γανωτή – Κοινωνιολόγος για τα μαθησιακά κίνητρα των παιδιών με ή χωρίς αναπηρία στο σχολείο.
Σε κάθε περίσταση της ζωής μας, ό,τι μας ωθεί να λάβουμε αποφάσεις και
να ενεργήσουμε αποτελεί κίνητρο.
Γυρνώντας πίσω στο χρόνο, ακόμη και στην αρχαιότητα, ήταν ξεκάθαρος ο διαχωρισμός σε σώμα και ψυχή. Η ψυχή απαρτιζόταν από τον λόγο(γνώση), τον θυμό(συναίσθημα, όπου εντάσσονται και τα κίνητρα) και την βούληση ή περιπτώσεις κατά τις οποίες στόχος της ζωής ήταν αποκόμιση ηδονής. Ωστόσο, ως όρος παραμένει περίπλοκος λόγω και της πολυδιάστατης σύνθεσής του. Στην σύγχρονη εκπαίδευση, απαιτείται ο ενεργός ρόλος του μαθητή στην τάξη. Για να γίνει η διαδικασία της μάθησης ενδιαφέρουσα, οι εκπαιδευτικοί τους καλλιεργούν κίνητρα για μάθηση, εξάπτοντας το ενδιαφέρον τους για γνώση, αναζήτηση πληροφοριών και κινητοποίηση προς τη μάθηση.
Κίνητρα: Τι είναι;
Σε γενικές γραμμές, ως κίνητρο χαρακτηρίζουμε οτιδήποτε οδηγεί το άτομο στην λήψη κάποιας απόφασης κινητοποιώντας το προς το σκοπό του. Οι συμπεριφορές, ο τρόπος δράσης και αντίδρασης ως προς ένα ερέθισμα, εσωτερικό ή εξωτερικό, συνειδητό ή ασυνείδητο, περιλαμβάνονται επίσης στον ορισμό των κινήτρων. Αρκετές φορές μάλιστα, ο όρος μπορεί να συγγενεύει με τον όρο «ανάγκη», διότι η ανάγκη ωθεί τα άτομα σε υιοθέτηση συμπεριφορών, στάσεων και αντιδράσεων λειτουργώντας παρωθητικά για το άτομο.
Ωστόσο ο όρος «κίνητρο» πρέπει σε κάθε περίπτωση να διαχωρίζεται από εκείνον του «ενστίκτου».
Το ένστικτο αποτελεί μια εγγενώς καθορισμένη λειτουργία, αμετάβλητη στον χρόνο, η οποία δε μεταβάλλεται παρά σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
Τα είδη των κινήτρων:
Τα κίνητρα, διαχωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες, σε εσωτερικά και εξωτερικά. Τα εσωτερικά βασίζονται στην ανάγκη για αυτοπεποίθηση, για κοινωνική συνεργασία, αποδοχή από το κοινωνικό περιβάλλον, τη συναισθηματική κάλυψη, την ασφάλεια, στις βιολογικές ανάγκες, καθώς και στα γνωστικά κίνητρα, ενώ τα εξωτερικά αναφέρονται σε παράγοντες που δραστηριοποιούν το άτομο προς μια πράξη, όπως ο δάσκαλος αφυπνίζει το ενδιαφέρον του μαθητή προς τη γνώση. Στην περίπτωση της εκπαίδευσης, καθοριστικοί παράγοντες στην διαδικασία της μάθησης αποτελούν οι αμοιβές και οι ποινές- στερήσεις από μέρους των εκπαιδευτικών προς τους μαθητές, η άμιλλα, η θετική ή η αρνητική ενίσχυση, η έγνοια μια πιθανής αποτυχίας και ο συναγωνισμός ή ο ανταγωνισμός που μπορούν να φέρουν άμεσα αποτελέσματα.
Κίνητρα μάθησης στο σχολείο για παιδιά με ή χωρίς αναπηρία
Βασιζόμενος στην αρχή της διαφοροποίησης, ο διδάσκοντας καλείται να δημιουργήσει τα κατάλληλα για τον εκάστοτε μαθητή κίνητρα. Πάνω στις ανάγκες που υπάρχουν, ώστε να τον οδηγήσει στην επιτυχία και την απόκτηση γνώσης. Σε κάθε περίπτωση, είτε το άτομο αντιμετωπίζει αναπηρίες είτε όχι, η επιδοκιμασία μπορεί να ενδυναμώσει την προσωπική εικόνα και την ανάπτυξη μιας υγιούς προσωπικότητας του μαθητή, ενώ στον αντίποδα βρίσκεται η αποδοκιμασία που επιβαρύνει την ψυχική υγεία, την αυτοπραγμάτωση και την ομαλή κοινωνική προσαρμογή του. Μέσω της επιδοκιμασίας, ο εκπαιδευτικός δημιουργεί κλίμα εμπιστοσύνης, αξιοσύνης και αναγνώρισης ικανοτήτων, ανάμεσα σε εκείνον και τον μαθητή. Παρόλα αυτά, η αναγνώριση της προσπάθειας ανεξαρτήτως αποτελέσματος αναπτύσσει το αίσθημα αποδοχής τόσο από τους συνομηλίκους, όσο και από τους εκπαιδευτικούς ή τους γονείς.
Επιπλέον, η περιέργεια και η έξαψη της φαντασίας μπορούν να αποτελέσουν πολύ ισχυρά εσωτερικά κίνητρα.
Αν μάλιστα ο εκπαιδευτικός καταφέρει να συνδέσει το διδασκόμενο θέμα με τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες του μαθητή, τότε έχει σοβαρές πιθανότητες να ενισχύσει την θέλησή του για αναζήτηση νέων πληροφοριών και μάθηση από μέρους του ανηλίκου. Το αποτέλεσμα θα είναι η αύξηση της μεταδοτικότητα και η μείωση περιστατικών αδιαφορίας ή ανησυχίας εντός της αίθουσας.
Επιπρόσθετα, ο έπαινος ως μορφή κινήτρου υπέρ της διδασκαλίας και της μάθησης. Αποτελεί μια δυνατή μορφή κινήτρου ειδικά αν είναι ξεκάθαρο κάθε φορά ποια συμπεριφορά του μαθητή επιβραβεύεται αιτιολογημένα. Αυτό γίνεται με ειλικρίνεια και πραγματικό ενδιαφέρον από πλευράς του διδάσκοντα. Με τον τρόπο αυτό, η επιτυχία γίνεται φανερή. Στηρίζεται στην προσπάθεια και την ικανότητα του μαθητή, υποστηρίζει την αυτοεκτίμηση του μαθητή. Η χρήση ωστόσο του βαθμολογικού καθεστώτος ως μορφή κινήτρου μπορεί να έχει εξίσου σημαντική επίδραση στη συμπεριφορά των μαθητών, αλλά αυτή τη φορά με αρνητικό πρόσημο. Μπορεί να ενισχύσει το άγχος των μαθητών, ή ακόμη και συγκρούσεων τόσο εντός του σχολικού περιβάλλοντος, όσο και στο οικογενειακό περιβάλλον. Αντίθετα, για τους μαθητές που χαρακτηρίζονται ως «καλοί» αναπτύσσει τη δραστηριοποίηση με σκοπό τη βαθμοθηρία. (Estrela,1986)
Για τον λόγο αυτό, οι εκπαιδευτικοί καλούνται να χρησιμοποιούν άλλες μορφές αμοιβής ή ποινής. Βέβαια, πάντα με μέτρο, ώστε να έχουν αποτελέσματα.
Είναι ξεκάθαρο ότι η αμοιβή, υλική ή ηθική, μπορεί να έχει θετικότερα κι πιο άμεσα αποτελέσματα από την ποινή.
Τέλος, η συνεργασία των μαθητών ή ακόμη και ο ανταγωνισμός σε υγιή επίπεδα, στο πλαίσιο της σχολικής εκπαιδευτικής διαδικασίας μπορεί να αποτελέσει μια επιπλέον μορφή κινήτρου ευνοεί την αλληλεπίδραση και την αλληλεξάρτηση στην μαθησιακή διαδικασία μειώνοντας τις εντάσεις και το άγχος μεταξύ των μαθητών. Το άγχος άλλωστε σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να λειτουργήσει ως κίνητρο εφόσον αντιμετωπιστεί ενεργητικά, όταν δηλαδή βοηθά το άτομο να ενεργοποιήσει θετικούς μηχανισμούς συμπεριφοράς. Στις περιπτώσεις που το άτομο αμιλλάται τον ίδιο του τον εαυτό, φέρει θετικά αποτελέσματα στις επιδόσεις του μαθητή. Αυτά αφορούν τον εαυτό του και τις προγενέστερες συμπεριφορές του και όχι τους άλλους.