Γράμμα στην περίοδό μου – γράφει η Μίνα Κωστοπούλου.
Θυμάμαι την πρώτη φορά που ήρθες. Δεν είχα κλείσει τα εννιά, ήταν ανήμερα Χριστούγεννα και είχαμε κόσμο στο σπίτι. Με είχες προειδοποιήσει από το καλοκαίρι ότι θα έρθεις, διπλώνοντάς με στους πόνους και εγώ νόμιζα πως ήσουν σκωλικοειδήτιδα -κάποιοι γιατροί νόμιζαν κι αυτοί το ίδιο…
Όταν ήρθες ήμουν ήδη στο μπάνιο και σε είδα κατακόκκινη πάνω στο λιλά βαμβακερό.
Δεν θα ξεχάσω την εικόνα. Αυτόματα φώναξα “μαμά”, αλλά πρόλαβε να έρθει ο μπαμπάς μου πρώτος. Πάντα πρώτος.
Εγώ ντρεπόμουν, έκλαιγα στο κρεβάτι των γονιών μου μπρούμυτα, γκρίνιαζα, αηδίαζα, απορούσα, ανησυχούσα και ο μπαμπάς μου είχε στήσει γιορτή πάνω στη γιορτή. “Έγινες γυναίκα” έλεγαν και προσπαθούσαν να με ενθαρρύνουν, αλλά εγώ δεν μπορούσα να καταλάβω.
Ανοίξαν τα σχολεία και έπρεπε πια να ζητάω πιο συχνά να πάω στο μπάνιο, να ενημερώσουμε τη δασκάλα, να το πούμε στους γυμναστές μου… Μέχρι να έρθεις μετά από χρόνια και στις φίλες μου, εγώ ένιωθα μόνη.
Στην εφηβεία μου έσπαγες τα νεύρα. Ήθελα να κάνω την κωπηλασία μου ανέμελη και πάντα είχα το άγχος πώς θα βγω μούσκεμα από το σκιφ χωρίς να έχω λερωθεί, ήθελα να παίξω το μπάσκετ μου και με πονούσε η μέση μου, ήθελα να πάω για μπάνιο και δεν μπορούσα πάντα. Κι αν εξαιρέσουμε τα πρώτα δύο χρόνια, από τα 11 μέχρι τα 23-24 ήσουν ρολόι κάθε μήνα. Δεν με άφηνες να ξενοιάσω…
….
Θυμάμαι την ημέρα που σε έχασα. Ήταν Φεβρουάριος, είχα παραδώσει διπλωματική στο μεταπτυχιακό, έκανα δύο δουλειές, ζούσα έναν ανεκπλήρωτο έρωτα σε μια δύσκολη σχέση, είχα πολύ άγχος και ξεσπούσα στο σώμα μου.
Μετρούσα ήδη 8 χρόνια πολέμου με τις διατροφικές διαταραχές, οι περισσότερες μάχες ήταν άνισες, η σωματοδυσμορφική διαταραχή που με βασάνιζε ήταν υποδιαγεγνωσμένο ψυχικό νόσημα… Κι εσύ αποφάσισες να φύγεις.
Είπα “δεν πειράζει, άγχος, τον άλλο μήνα”. Τον άλλο μήνα τίποτα. Κι εγώ το αμέλησα.
Έφτασε το πρώτο καλοκαίρι χωρίς εσένα. Ομοιοπαθητική, βελονισμός, γυναικολογικές εξετάσεις, ενδοκρινολόγοι. Τίποτα. Μετά αντισυλληπτικά χάπια. Τίποτα. Μετά ορμόνες. Τίποτα. Μέχρι σε οστεοπαθητικό πήγα για να “παίξει” με τη λεκάνη μου, μπας και είχες μπλοκάρει κάπου. Τίποτα. Ψυχοθεραπεία, ψυχανάλυση, αντικαταθλιπτικά. Τίποτα.
Πέρασαν εξίμισι χρόνια. Οι μάχες με την ανορεξία συνεχίστηκαν, ήρθαν και οι καραντίνες, υποτροπίασα, ξαναπήρα βάρος, ξαναέπεσα, ξαναπήρα. Τίποτα. Έχω ζήσει περιμένοντάς σε και με 5% λίπος και με 25%, αλλά εσύ ανένδοτη.
….
Τώρα είναι καλοκαίρι. Σε λίγο θα κλείσω τα 29. Ένα βράδυ από τα προηγούμενα σε είδα στο μπάνιο και πάλι, πάνω στο χαρτί της τουαλέτας. “Πού τραυματίστηκα γαμώτο;”. Καθρέφτης, ψάξιμο, τίποτα. Κάνω μπάνιο και κοιμάμαι.
Το πρωί ήσουν εκεί. Εξίμισι χρόνια μετά γύρισες. Έτρεχα στο σούπερ μάρκετ φορώντας διπλό εσώρουχο. Δεν είχα τίποτα στο σπίτι για να σε υποδεχθώ. Δεν ξέρω πότε να σε περιμένω. Με αναστάτωσες. Με έβαλες να κάνω ένα σωρό εξετάσεις πάλι και αυτή τη φορά εξετάσεις που δεν είχα ξανακάνει.
Ξέρεις κάτι; Χαλάλι σου! Χαλάλι σου γιατί κάτι δούλεψε μέσα μου, γιατί οι προσπάθειές μου κάπου έπιασαν τόπο. Κι αν σου γράφω δημόσια είναι για να σου πω ότι ποτέ ξανά δεν θα γκρινιάξω αν έρθεις και για να δώσουμε μαζί την ελπίδα σε όλες όσες σε έχασαν ότι θα ξαναέρθεις. Κι όπως εμένα με βοήθησαν οι ιστορίες άλλων γυναικών, έτσι και η δική μας σχέση εύχομαι να δώσει δύναμη σε άλλες τόσες.