Εγώ, χωρίς τους άλλους: Πώς θα με δω αν δεν υπάρχεις; – γράφει η Ψυχολόγος, Μάρθα Ξανθοπούλου
Η διαδικασία της ψυχοθεραπείας αποτελεί την κατεξοχήν συνθήκη στην οποία το άτομο καλείται να εντοπίσει και να αναγνωρίσει σκέψεις, συναισθήματα, ανάγκες, όρια κι ό,τι άλλο συνεπάγεται αυτών. Ένα από τα βασικά εμπόδια στην προσωπική εξέλιξη του ατόμου -διότι ο εντοπισμός των παραπάνω μόνο εξέλιξη θεωρείται- είναι ο ετεροκαθορισμός. Με τον ετεροκαθορισμό το άτομο φέρεται, σκέφτεται και αντιλαμβάνεται τον εαυτό του με βάση τη γνώμη των άλλων για εκείνο. Ουσιαστικά, η εικόνα που έχει για τον εαυτό του είναι η αντανάκλαση της εικόνας που έχουν οι άλλοι για τον ίδιο. Πράγματι, από τη γέννηση μας και μετά, μέχρι να ξεκινήσει η διαδικασία της διαφοροποίησης του <<εγώ>> από τους άλλους, όλοι μας βλέπαμε και φανταζόμασταν τον εαυτό μας βασιζόμενοι αποκλειστικά στις αλληλεπιδράσεις μας με τους σημαντικούς άλλους, στις συμπεριφορές που δεχόμασταν, στα σχόλια και στους χαρακτηρισμούς τους. Αρκετές φορές όμως, η διαδικασία της διαφοροποίησης, που σαν μοναδικό στόχο έχει την διαμόρφωση μιας υγιούς ταυτότητας εαυτού, δεν είναι επιτυχής. Κι έτσι, το άτομο στη πορεία της ζωής του έχει μάθει και εξακολουθεί να μαθαίνει ότι έχει αξία ανάλογα με την αξία που του προσδίδουν οι άλλοι, έχει ανάγκες ανάλογες με εκείνες που οι άλλοι του επιτρέπουν να έχει, συμπεριφέρεται ανάλογα με τα πρότυπα συμπεριφοράς που κατά κάποιον τρόπο του παρέχονται και πάλι απ’ τους άλλους. Ουσιαστικά, είναι σημαντικός μόνο όταν ο απέναντι (ερωτικός/-η σύντροφος, φίλος/η, συγγενής) τον θεωρεί σημαντικό.
Έρχεται όμως η στιγμή που τα μάτια μέσα από τα οποία βλέπαμε τον εαυτό μας έχουν φύγει. Τότε πυροδοτείται κι η αρχή της διάλυσης του ψυχικού μας κόσμου. Είχαμε ούτως ή άλλως χρόνια να κοιτάξουμε στον καθρέφτη , ίσως γιατί δεν δώσαμε ποτέ την απαραίτητη αξία σε εκείνα τα δύο μάτια, τα δικά μας. Γι’ αυτό θα βγούμε στο πλήθος και θα ψάχνουμε μάτια αντίστοιχα με αυτά που κάποτε μας θύμιζαν ποιοι είμαστε. Και κάπως έτσι με έναν τρόπο γεννιέται ένας φαύλος κύκλος που ξεκινά με το ‘χρειάζομαι κάποιον για να βλέπω εμένα’, όμως προκείμενου να κρατήσω αυτόν τον κάποιον κοντά μου πάση θυσία, σίγουρα δεν θα βλέπω εμένα κι όταν φύγει αυτός ο κάποιος πάλι δεν θα βλέπω εμένα αφού εκείνος δε θα είναι πια εδώ. Κι διαδικασία αυτή επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά με έναν τρόπο αντικατάστασης των ανθρώπων απλά και μόνο για να υπάρχουν δύο μάτια να με βλέπω. Ένας ατελείωτος μαραθώνιος αναζήτησης που ο δρομέας τρέχει με το κεφάλι σκυφτό. Ακόμα και οι στάσεις του για νερό είναι ολιγόλεπτες και κουραστικές. Ίσως εκεί να χρειάζεται ένα στραβοπάτημα, μία βουτιά στην άσφαλτο, μία σωματική εξάντληση ή κάτι άλλο. Ίσως εκεί να χρειάζεται να κάνω την πρώτη μου στάση. Εκείνη που θα σηκώσει το σκυφτό μου κεφάλι και θα με κάνει να κοιτάξω στον καθρέφτη. Ίσως αυτή μου η στάση να’ναι και η πιο επίπονη. Άλλωστε, πως να μην είναι; Δεν την επέλεξα ποτέ μου τόσα χρόνια.
Πόσο στενάχωρο.
Στενάχωρο που δεν αντίκρισα ποτέ την μοναδικότητα μου.
Αυτή λοιπόν είναι η ευκαιρία μου.
Ίσως τελικά στο βωμό του να βρεις τον εαυτό σου, να αξίζει λίγο παραπάνω ο πόνος της απώλειας αυτού που αγαπάς.
Επικοινωνία με τον συντάκτη