Κακοποιητικές σχέσεις: Γιατί δυσκολεύομαι να φύγω; – γράφει η Βάγια Ζιώγα, Ψυχολόγος
Ως θεραπευτές συμβαίνει να έχουμε απέναντί μας ανθρώπους που βιώνουν ή έχουν βιώσει κακοποιητικές συμπεριφορές σε μία σχέση τους – ερωτική, επαγγελματική, φιλική ακόμα και συγγενική.
Ένα ερώτημα που έρχεται συχνά στα χείλη τους είναι:
«γιατί εγώ παραμένω σε αυτή τη σχέση, γιατί τον/την θέλω ακόμα;»
«γιατί δεν έφυγα νωρίτερα;»
Ας δούμε αρχικά τι είναι κακοποιητική σχέση…
Κακοποιητική μπορεί να γίνει οποιαδήποτε σχέση (όχι μόνο μία ερωτική ή μία εργασιακή). Η κακοποίηση μπορεί να έχει πολλές μορφές και δεν περιορίζεται μόνο στη σωματική βία. Οποιαδήποτε συμπεριφορά παραβιάζει τα προσωπικά όρια του ατόμου είτε αυτά είναι δηλωμένα είτε είναι αυτονόητα, είναι κακοποιητική. Όταν δε αυτό γίνεται κατ’ εξακολούθηση και αφορά δύο ανθρώπους που μοιράζονται κάποιον δεσμό, τότε μιλάμε για κακοποιητική σχέση.
Ένα άτομο κακοποιείται όταν νιώθει:
- να έρχεται σε δύσκολη θέση
- να εξαναγκάζεται να κάνει κάτι
- να υποβιβάζεται και να υποτιμάται
- να δέχεται χειρονομίες που δεν θέλει
- να παραβιάζεται η ελευθερία του και η προσωπικότητά του
- να απειλείται
- να φοβάται
- να δυσφορεί εξαιτίας της συμπεριφοράς κάποιου άλλου.
Όταν η κακοποίηση περιλαμβάνει σωματική βία είναι πιο εύκολο να γίνει φανερή τόσο για το θύμα όσο και για τον κόσμο γύρω του. Όταν όμως, η κακοποίηση είναι λεκτική ή συναισθηματική, τότε δεν είναι το ίδιο εύκολα διακριτή και το θύμα συχνά νιώθει μία σύγχυση σχετικά με το αν ευθύνεται το ίδιο για κάτι ή αν όλο αυτό είναι φυσιολογικό. Και στις δύο περιπτώσεις είναι πιθανό η σχέση να διατηρηθεί για αρκετό χρονικό διάστημα.
Γιατί παραμένουμε ή δυσκολευόμαστε να φύγουμε από την σχέση;
Για να απαντήσουμε σε αυτό ίσως είναι σημαντικό να δούμε πρώτα το πως μπήκαμε σε μία τέτοια σχέση. Πως αισθανόμασταν αρχικά σε σχέση με το άλλο άτομο και πως αισθανόμασταν για τον εαυτό μας; Συνήθως, η αρχή μιας τέτοιας σχέσης μας βρίσκει να έχουμε τοποθετήσει το άλλο άτομο αρκετά ψηλά. Είτε γιατί είμαστε πολύ ερωτευμένοι και βλέπουμε τον άλλον ιδανικό (σε μία ερωτική σχέση), είτε γιατί εξαρτώμαστε με κάποιον τρόπο από αυτόν ή τον θαυμάζουμε πολύ για τη θέση του, κάποιο ταλέντο ή κάποια χαρακτηριστικά του (εργασιακή ή φιλική σχέση), είτε γιατί νιώθουμε ότι για κάποιο λόγο – ασθένεια, ηλικία – έχει προτεραιότητα (συγγενική σχέση).
Στις περισσότερες περιπτώσεις η σχέση έχει ξεκινήσει ιδανικά και οι συμπεριφορές που εξελίσσονται σε κάτι δυσβάσταχτο, έρχονται σταδιακά, επιτρέποντας αμφιβολίες για τη βιαιότητά τους και ελπίδες για επιστροφή στην αρχικά ιδανική σχέση. Έτσι γίνεται όλο και πιο δύσκολο το να αφήσουμε τη σχέση και ίσως νιώθουμε ότι δεν μπορούμε να «ξεκολλήσουμε» από αυτή. Πολλές φορές δημιουργείται και κάποιου είδους εξάρτηση από το άλλο άτομο, αφού είναι το μόνο που μπορεί να μας προσφέρει ανακούφιση, διακόπτοντας προσωρινά την κακοποιητική συμπεριφορά.
Ταυτόχρονα, είναι πολύ δύσκολο να δεχτούμε ότι ο χρόνος που αφιερώσαμε σε αυτή τη σχέση, ο χρόνος που περάσαμε προσπαθώντας να ανατρέψουμε τα πράγματα, η ταλαιπωρία που υποστήκαμε, πήγαν χαμένα, αφού αν η σχέση τελειώσει, δεν θα πάρουμε ποτέ αυτό που θέλουμε από αυτή.
Γι’ αυτό συχνά δίνουμε πολλές ευκαιρίες στο ίδιο άτομο να μας αποδείξει ότι θα αλλάξει, ίσως να το βάζουμε και στόχο (να τον/την αλλάξουμε!), αλλά τις περισσότερες φορές οι προσδοκίες μας αυτές ματαιώνονται.
2 είναι οι βασικές προϋποθέσεις για να φύγουμε από την κακοποιητική σχέση:
- Να στερέψουν οι προσδοκίες ότι το άλλο άτομο θα αλλάξει
- Να πιστέψουμε ότι δεν ευθυνόμαστε για αυτό που συμβαίνει και δεν μας αξίζει
Μόλις, έρθει η συνειδητοποίηση ότι τελειώνοντας τη σχέση θα πάρουμε πίσω το πολυτιμότερο πλάσμα, ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΑΣ, τότε θα απελευθερωθούμε από ό,τι μας κρατά δέσμιους σε μία κατάσταση που μας ταλαιπωρεί.
Ψυχολόγος
Επικοινωνία με τον συντάκτη