Κατάθλιψη μέσα στην οικογένεια – η Ιωάννα Μαυρίδου εξηγεί…
Το πρώτο περιβάλλον που γνωρίζουμε και μέσα στο οποίο περνάμε τα πρώτα χρόνια της ζωής είναι η οικογένεια μας. Η σπουδαιότητα της για την ανάπτυξη της προσωπικότητας και την εξασφάλιση της ψυχικής υγείας είναι αδιαμφισβήτητη.
Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε πως αν υπάρχει ένα πρόβλημα, συνήθως, ξεκινάει από τα αθώα πρώτα χρόνια.
Μελέτες που έχουν γίνει σε διδύμους και υιοθετημένα παιδιά έχουν δείξει ότι ένα άτομο μπορεί να κληρονομήσει την τάση για κατάθλιψη. Ωστόσο, δεν έχει καταφέρει κανείς ακόμα να προσδιορίσει αν η κατάθλιψη μεταδίδεται γενετικά από τους γονείς στα παιδιά ή τα παιδιά την ΄μαθαίνουν΄ μεγαλώνοντας σε ένα τέτοιο περιβάλλον.
Οι ενδοοικογενειακές σχέσεις και πιο συγκεκριμένα, οι τρόποι με τους οποίους λύνονται τα προβλήματα μέσα στην οικογένεια, μπορούν να συμβάλλουν δραστικά στην ανάπτυξη μιας καταθλιπτικής προσωπικότητας. Για παράδειγμα, μια οικογένεια στην οποία τα παιδιά δεν νιώθουν ‘κοντά’ με τους γονείς ή νιώθουν ότι δεν τους στηρίζουν στις επιλογές τους ή ακόμα καταπιέζονται από γονείς που θέλουν να ελέγχουν τα πάντα. Μαθαίνουν ότι είναι ανήμπορα και ανίκανα να διαχειριστούν μόνα τους καταστάσεις. Οπότε, μεγαλώνοντας δεν έχουν τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουν τα όποια προβλήματα παρουσιαστούν.
Θα λέγαμε, ακόμη, ότι τα παιδιά που πήραν υπερβολική φροντίδα αλλά κι εκείνα που την στερήθηκαν καθηλώθηκαν σε εκείνο το αναπτυξιακό στάδιο στο οποίο βίωσαν τη συγκεκριμένη εμπειρία.
Είναι άλλωστε χαρακτηριστική του καταθλιπτικού χαρακτήρα η καθήλωση σε στοματικές απολαύσεις. Τρώει πολύ, πίνει, καπνίζει και γενικότερα περιγράφει τα συναισθήματα του κατ’αναλογία με την τροφή. Λέμε “διψάω για αγάπη, για ζωή”.
Αυτό δεν σημαίνει ότι μιλάμε για κακούς γονείς!
Ένα παιδί που θα στερηθεί ξαφνικά τους γονείς του γιατί πρέπει να εργαστούν πχ σε δυο δουλειές για να ανταπεξέλθουν οικονομικά, θα νιώσει εχθρότητα για την ‘εγκατάλειψη’ του. Θα κατηγορήσει τον εαυτό του που δεν τους χάρηκε όσο τους είχε. Όμως, το αίσθημα της εγκατάλειψης είναι πολύ σκληρό για ένα παιδί για να μπορέσει να το κατανοήσει ή να το δεχτεί. Το παιδί, λοιπόν, φοβάται ότι εκείνο φταίει που απομακρύνονται από κοντά του αγαπημένα πρόσωπα. Νιώθει ότι θα πρέπει να προσπαθεί σκληρά στο μέλλον για να μην του ξανασυμβεί το ίδιο.
Με άλλα λόγια, ένα παιδί που χάνει απότομα την γονεική φροντίδα, που τόσο πολύ χρειάζεται σε αυτήν την ηλικία, γίνεται επικριτικό με τον εαυτό του. Φοβάται ότι θα εγκαταλειφθεί ξανά, κάτι που το συντροφεύει και στην μετέπειτα ζωή του.
Ο γονέας έχει κατάθλιψη και δεν μπορεί – ακόμα κι αν το θέλει – να είναι αρκετά καλός για το παιδί
Το παιδί έχει ανάγκη να συνδεθεί με ένα πρόσωπο-γονιό. Εκείνος, θα μπορεί να αντέξει όλα του τα συναισθήματα, θετικά και αρνητικά και θα το ανακουφίζει από τα αρνητικά. Αν δεν το καταφέρει, το παιδί μαθαίνει πως οι σημαντικοί άλλοι στη ζωή του δεν μπορούν να το βοηθήσουν να διαχειριστεί τα άσχημα συναισθήματα του και αισθάνεται μόνο και αβοήθητο.
Ας υποθέσουμε ότι έχουμε μια μητέρα με σοβαρή κατάθλιψη που μεγαλώνει χωρίς καμία βοήθεια το παιδί της. Εάν το παιδί δεν πάρει τη φροντίδα που χρειάζεται, αναστατώνεται και έχει ενοχές για τις απαιτήσεις που έχει από εκείνη. Επομένως, αυτό που μαθαίνει είναι ότι οι ανάγκες του δεν πρέπει να εκφράζονται για να μην εξαντλεί τους άλλους.
Ας πάρουμε όμως και το παιδί που λειτουργεί και ως παιδί και ως γονέας μέσα στην οικογένεια.
Τα πιο χαρισματικά παιδιά, τα πιο ισχυρά συναισθηματικά άτομα της οικογενείας, έχουν συνήθως πολλούς ρόλους. Για παράδειγμα, το μεγαλύτερο σε ηλικία παιδί, είναι παιδί για τους γονείς αλλά πρέπει και να φροντίσει τα μικρότερα αδέρφια. Έτσι, θα είναι το ‘καλό’ παιδί. Αυτό που μαθαίνει είναι ότι αν δεν φροντίσει τους άλλους, δεν θα έχει αξία για εκείνους και θα χάσει την αγάπη τους.
Και τι γίνεται μετά; Διάβασε την συνέχεια στο
Επικοινωνία με τον συντάκτη