Η Αργυρώ Γκόλφη γράφει σχετικά με απορίες & προβληματισμούς για την Συγκοίμηση (Co-sleeping)
Πρόσφατα βρέθηκα σε μια συζήτηση με νέους ανθρώπους που αναφέρθηκε έντονα το ζήτημα της συγκοίμησης/συν-κοίμησης (co-sleeping) αν και δεν ήταν όλοι τους γονείς. Φάνηκε ότι το θέμα αυτό μας παραξενεύει και τοποθετούμαστε προσωπικά σκεπτόμενοι τόσο τις προσωπικές μας εμπειρίες όσο και γνώμες των γονέων μας ή και φίλων που έχουν περάσει από αυτή τη φάση.
Η συγκοίμηση προτείνεται πλέον από ειδικούς που σχετίζονται με το εν λόγω θέμα (πχ. παιδιάτρους, γυναικολόγους-μαιευτήρες, μαιευτές, παιδοψυχολόγους, παιδοψυχίατρους, κα.).
Το βρέφος κοιμάται μαζί με τους γονείς του. Ειδικά μαζί με τη μητέρα-τροφό που είναι άμεσα στη διάθεσή του, προκειμένου να το ταΐζει κατά τη διάρκεια του ύπνου καθώς είναι φυσιολογικό να ξυπνάει πολύ συχνά για να φάει. Το πόσες φορές θα ξυπνήσει ένα μωρό και πόσο ανήσυχο θα είναι κατά τη διάρκεια του ύπνου του εξαρτάται από παιδί σε παιδί. Οι λόγοι ποικίλλουν, όπως η φυσιολογία του παιδιού και ο ρυθμός ανάπτυξης του που καθορίζει την αίσθηση της πείνας, βιολογικοί παράγοντες όπως το ότι οι κιρκάδιοι ρυθμοί του δεν έχουν ακόμα σταθεροποιηθεί, οργανικές ενοχλήσεις των βρεφών, το γενικότερο αίσθημα ασφάλειας που νιώθει, την ένταση που ίσως υπάρχει εντός του ζευγαριού ή την ένταση που μπορεί να βιώνει η ίδια μητέρα εκείνη την περίοδο, κ.α.
Η συγκοίμηση κερδίζει σε έδαφος γιατί έχει πολλαπλά οφέλη για το μωρό και τη μητέρα, αλλά δεν αρνούμαστε και τις δυσκολίες που μπορεί να συνοδεύει.
Ας αναφερθούμε σε κάποιες απορίες που ειπώθηκαν με σκοπό να προβληματιστούμε, να επεξεργαστούμε τις πεποιθήσεις μας και πιθανώς να αναθεωρήσουμε πρακτικές που δεν επιβεβαιώνονται ερευνητικά πλέον στις ημέρες μας.
«Μα γιατί κοιμάσαι με το μωρό σου; Δεν πρέπει να μάθει από νωρίς να αυτονομείται;»
Το βρέφος μόλις βίωσε την πρώτη σημαντική απώλεια-πρώτο σοκ της ζωής του. Την γέννηση του. Του λείπει η αίσθηση και η σύνδεση που είχε με την μητέρα που το κυοφορούσε τόσους μήνες. Είναι απολύτως φυσιολογικό να χρειάζεται να νιώθει τη μητέρα-τροφό στη διάθεσή του, τόσο στο θέμα της τροφής, του ύπνου αλλά και της γενικότερης προσοχής της. Η μητέρα (για όσα μωρά δεν μπορούν να την έχουν, εννοούμε το άτομο που είναι ο κύριος φροντιστής τους) αποτελεί την πρώτη σύνδεση με τον κόσμο έξω από τον εαυτό του μωρού. Είναι η «παρηγοριά» στις ανάγκες του, εξ ου και είναι καταπραϋντικό για εκείνο να την έχει στη διάθεσή του.
Οι λέξεις αυτονομία και βρέφος είναι ασύμβατες εξ ορισμού.
Το μωρό αναζητά τη μητέρα του για λόγους επιβίωσης και συναισθηματικής ασφάλειας και όταν έχει την αμέριστη προσοχή της διαμορφώνει ασφαλή συναισθηματικά δεσμό μαζί της και κατ’ επέκταση με τον κόσμο στον οποίο ήρθε. Ικανοποιούνται οι ανάγκες του, νιώθει ότι το φροντίζουν και το αγαπάνε χωρίς προϋποθέσεις. Είναι εκεί κάποιος για εκείνο και δεν χρειάζεται να ανησυχεί για να επιβιώσει. Συνεπώς δεν έχει λόγο να μην αναπτύξει αργότερα εμπιστοσύνη στις αισθήσεις του, στη δύναμη του, στις σχέσεις του κλπ.
Έρχεται η στιγμή που τα παιδιά από μόνα τους θα ζητήσουν να φύγουν από το κρεβάτι των γονέων και δεν θα χρειάζονται πια αυτή την αίσθηση γιατί θα την έχουν κατακτήσει.
Επίσης, είναι βοηθητικό και για την ίδια τη μητέρα καθώς είναι εξαιρετικά εξαντλητικό να διακόπτει τον ύπνο της και να μεταβαίνει σε άλλο δωμάτιο πολλές φορές τη νύχτα για τόσους πολλούς μήνες. Παρά ταύτα, η συγκοίμηση εφαρμόζεται γιατί εξυπηρετεί την ανάγκη του παιδιού και όχι του γονέα. Τέλος, να επιστήσω την προσοχή μας στον τρόπο που εκφράζουμε τη γνώμη μας στις μητέρες και τους γονείς για τις επιλογές τους. Θυμόμαστε πάντα ότι λαμβάνουν την καλύτερη απόφαση που θεώρησαν για το παιδί τους παρά την κούραση και τις ανησυχίες τους (εξαιρούνται σαφώς οι κακοποιητικές και παθολογικές συμπεριφορές).
«Πότε δηλαδή να αναμένω ότι θα μπορεί να κοιμηθεί μόνο του;»
Στατιστικές δείχνουν ότι η συγκοίμηση μπορεί να κρατήσει έως και τα 3 χρόνια. Δεν μπορούμε να απαντήσουμε στο πότε ακριβώς γιατί εξαρτάται από το ίδιο το παιδί και τις αλλαγές που συμβαίνουν στο ίδιο και στο περιβάλλον του. Για παράδειγμα, είναι σημαντική η μετάβαση από την πρώιμη βρεφική φάση στην όψιμη βρεφική όπου το παιδί εξερευνά πλέον περισσότερες αισθήσεις του και μπορεί να μείνει νηστικό λίγο περισσότερο, η μετάβαση αυτή βιώνεται διαφορετικά από μωρό σε μωρό. Άλλος παράγοντας αποτελεί αν το μωρό έχει αντιληφθεί να του λείπει περισσότερο η μητέρα του, πχ. αν απουσιάζει μεγαλύτερο χρονικό διάστημα λόγω εργασίας και δεν την βρίσκει όταν την αναζητά ή έντονες αλλαγές στην οικογενειακή ζωή (μετακόμιση, απώλεια σημαντικού οικογενειακού προσώπου).
Άλλη παράμετρος μπορεί να είναι η άφιξη νέου μέλους στην οικογένεια. Για ένα παιδί 1,5 ή 2 χρόνων το να έλθει το αδελφάκι στο σπίτι τού στερεί την απόλυτη προσοχή που είχε έως τότε, τα προνόμια της συγκοίμησης ή του θηλασμού (αν θηλάζει ακόμα). Είναι σύνηθες και φυσιολογικό να παρατηρούμε κάποιες παλινδρομήσεις στα μικρά παιδιά σε προηγούμενες φάσεις στο θέμα του ύπνου, του θηλασμού, της πάνας, πιπίλας κοκ. Δεν υπάρχει λοιπόν νούμερο, μια ηλικία στην οποία πρέπει να «κλειδώνουν» οι γονείς τα στάνταρ τους για το πότε θα κοιμηθεί μόνο του το παιδί. Έχουμε εμπιστοσύνη στο ίδιο το παιδί στο οποίο έχουμε δείξει οι ίδιοι αρχικά πως μπορεί να εμπιστεύεται εμάς και τον εαυτό του και να εκφράζει τις ανάγκες του.
«Το να κοιμόμαστε μαζί θα είναι μια χειριστική συμπεριφορά που θα μάθει.»
Χρειάζεται να αποσαφηνίσουμε την «χειριστική» συμπεριφορά του μωρού. Αρχικά, ένα βρέφος δεν είναι χειριστικό όταν απαιτεί να ταϊστεί, να φροντιστεί ή να κοιμηθεί με τη μητέρα, είναι φυσιολογικές ανάγκες. Κλάματα που αφορούν συμπεριφορικά θέματα (πχ. για να αποκτήσει κάτι από το περιβάλλον) είναι ένας τρόπος επικοινωνίας καθώς ακόμα δεν έχει αναπτυχθεί ο λόγος. Ακόμα και αυτοί οι χειρισμοί λοιπόν δεν έχουν δόλο και σχετίζονται με την επικοινωνία του μωρού με τους γύρω του για να διεκδικήσει κάτι, αντικείμενο ή την προσοχή μας. Το θέμα του ύπνου δεν συγκαταλέγεται σε αυτά.
«Ορισμένες συμπεριφορές είναι καλό να κόβονται από νωρίς.»
Σε αυτή τη τοποθέτηση βλέπουμε τις βασικές ανησυχίες των γονιών που έχουν γαλουχηθεί από παλαιότερες γενιές που είχαν ως βασική τακτική «άφησε το να κλαίει, κάποια στιγμή θα κουραστεί και θα συνηθίσει». Η συγκεκριμένη μέθοδος δεν προτείνεται πλέον και έρευνες δείχνουν ότι είναι επιζήμια για το παιδί και τη σχέση του με τον εαυτό του και τους γονείς. Η τακτική «άστο να κλαίει» σε ένα βρέφος του μεταφέρει μηνύματα σχετικά με τη διαθεσιμότητα των γονέων του ως προς τις ανάγκες του, ακόμα κι αν δεν έχει αναπτύξει την νοητική ικανότητα της επεξεργασίας λεκτικών μηνυμάτων. Αντιλαμβάνεται την ανήμπορη αίσθηση που νιώθει μόνο του στην κούνια σε άλλο δωμάτιο, την μοναξιά να αναζητάς κάποιον να σε καθησυχάσει και εν τέλει να μην εμφανίζεται κανείς.
Τα μωρά τα οποία αφήνουμε για μέρες να κλαίνε, που κουράζονται και κάποια στιγμή το παίρνουν απόφαση και κοιμούνται, δεν είναι μωρά «γαλουχημένα με τρόπους». Είναι παιδιά, και αργότερα ενήλικες, που μαθαίνουν ότι ο μόνος τρόπος επιβίωσης είναι να υπομένω και να μην εκφράζω τις ανάγκες μου αφού δεν θα υπάρχει κανείς εκεί να τις ακούσει/ικανοποιήσει.
Θα σας ακουστεί περίεργο αλλά ενήλικες που έλαβαν σκληρές μεθόδους διαπαιδαγώγησης από τα πρώτα μόλις χρόνια της ζωής τους έχουν στη ζωή τους δυσλειτουργικές πεποιθήσεις όπως «πρέπει να τα καταφέρνω πάντα μόνος μου», «δεν υπάρχει κάποιος να σκύψει στην ανάγκη μου», «οι ανάγκες μου δεν είναι σημαντικές ή δεν χρειάζεται να τις εκφράζω», «πρέπει να είμαι ένας καλόβολος άνθρωπος, να μην ενοχλώ» και άλλες εδραιωμένες αντιλήψεις που όμως έχουν ξεκινήσει από την βρεφική και παιδική ηλικία.
Ένας γονιός που περιμένει από νωρίς το μωρό του να κοιμάται μόνο του και συνεχόμενα, να είναι ήσυχο τα βράδια, να μην κλαίει συχνά, να απογαλακτιστεί νωρίς, να μην θέλει την πιπίλα, να κόψει νωρίς την πάνα και άλλα τόσα, εν τέλει δημιουργεί στο παιδί του και στον ίδιο συγκεκριμένες προσδοκίες που είναι άκαμπτες γιατί δεν ακολουθούν τις ανάγκες του παιδιού. Όλα τα παραπάνω στοχεύουν στο να διευκολύνουν αρχικά την καθημερινότητα των γονιών. Αφορούν τις ανάγκες τους και την κούραση τους και απαιτούν από το παιδί να είναι «βολικό» από νωρίς, να μην τους πολύ κουράζει. Το βρέφος και το νήπιο όμως έχουν ανάγκη την αμέριστη προσοχή και τη διάθεσιμοτητά μας. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν τρόποι να βοηθήσουμε τον γονέα να αποφορτίζεται και να ξεκουράζεται. Αλλά αυτό, όχι εις βάρος των αναγκών και της συναισθηματικής ασφάλειας του παιδιού.
«Τι γίνεται με το σεξ, πότε θα έχουμε στιγμές σαν ζευγάρι;»
Μιλήσαμε ανωτέρω για αμέριστη προσοχή και διαθεσιμότητα, κάτι τόσο κουραστικό σωματικά και ψυχικά για ένα γονέα/φροντιστή. Δεν υποστηρίζουμε επ’ ουδενί ότι οι γονείς πρέπει να παραιτηθούν από τους άλλους τους ρόλους, να αμελούν την φροντίδα του εαυτού τους και να σταματήσουν να ευχαριστιούνται την μεταξύ τους σχέση και τη σεξουαλικότητα τους.
Γίνεται μεν μια επανατοποθέτηση προτεραιοτήτων λόγω του μωρού, αλλά με μια καλή συνεργασία το ζεύγος μπορεί να βρει ευκαιρίες για διαλείμματα και απόλαυση.
Εύκολο; Όχι, ούτε ακατόρθωτο όμως.
Πριν την απόκτηση του παιδιού τα ζευγάρια είναι συνήθως εφευρετικά τόσο στον τρόπο όσο και στον χώρο που απολαμβάνουν τη σεξουαλική τους ζωή. Κατανοούμε το άγχος και την άβολη συνθήκη του ζευγαριού με την συγκοίμηση. Χρειάζεται να θυμηθούμε τον παιχνιδιάρικο εαυτό μας για να ξαναζήσουμε στιγμές, στο μέτρο που είναι ασφαλές και δυνατό, έχοντας κάνει και μια ανοιχτή συζήτηση με τον σύντροφο μας καθώς το πιο πιθανό είναι κι αυτός/η να μοιράζεται τις ίδιες ανησυχίες.
Κλείνοντας…
να τονίσουμε ότι δεν μεταχειριζόμαστε το θέμα της συγκοίμησης/co-sleeping, όπως πολλά άλλα θέματα ανατροφής και διαπαιδαγώγησης, με τη λογική του «προκρούστη». Ούτε όλοι μπορούν, ούτε όλοι θέλουν να το εφαρμόσουν. Δεν κρίνουμε όσες μητέρες το εφαρμόζουν και δεν ενοχοποιούμε όσες το αποφεύγουν. Ωστόσο, είναι ευθύνη της επιστημονικής κοινότητας να ενημερώνει για τις νέες εξελίξεις στην παιδιατρική και παιδοψυχολογία, ώστε οι φροντιστές των βρεφών/νηπίων να μπορούν να επιλέξουν την πιο υγιή πρακτική για το παιδί τους, πάντα με γνώμονα τις ανάγκες της οικογένειας τους. Ζευγάρια που αντιμετωπίζουν προβλήματα στη σχέση τους, γονείς με θέματα υγείας κλπ. πιθανώς να εφαρμόσουν δικές τους πρακτικές ύπνου για την υγιέστερη και ασφαλέστερη ανάπτυξη όλης της οικογένειας.