Τελειοθηρία: Βάζοντας στοίχημα με τη ματαίωση – γράφει η Έβελυν Πατσιούρα – Ψυχολόγος, Ψυχοθεραπεύτρια.
Πολλές φορές ερχόμαστε αντιμέτωποι με άτομα που δηλώνουν τελειομανείς. Άλλοι πάλι, αμφιταλαντεύονται όταν πρέπει να κατηγοριοποιήσουν την τελειομανία τους ως ελάττωμα ή προσόν. Και μία μεγάλη μερίδα χρησιμοποιεί εσφαλμένα τον όρο. Αρχικά, η ανάγκη για συνεχιζόμενη πρόοδο και επίτευξη υψηλών στόχων είναι απόλυτα υγιής και βρίσκεται αναντίρρητα στον πυρήνα της ανθρώπινης εξέλιξης. Πολλές φορές μάλιστα συναντάμε την έννοια αυτή με τον όρο λειτουργική τελειοθηρία.
Όμως η τελειοθηρία που αφορά στο κυνήγι της τελειότητας, μοιάζει περισσότερο με έναν ατέρμονο ανηφορικό μαραθώνιο που απομυζεί την ενέργεια και τη δημιουργικότητά μας.
Η εκπλήρωση του εκάστοτε στόχου δεν είναι τελικά τόσο απλή, όσο αρχικά υποθέσαμε. Απαιτεί από εμάς να ικανοποιήσουμε ένα σωρό επιπρόσθετες διεκπαιρεωτικές λεπτομέρειες. Να εξαντλήσουμε τον εαυτό μας με άκαμπτους κανόνες ώστε να επιτύχουμε μη ρεαλιστικές επιδόσεις.
Και όσο νομίζουμε ότι φτάνουμε στον τερματισμό τόσο αυτός απομακρύνεται και αν τελικά φτάσουμε, εξαντλημένοι και μόνοι, παραλαμβάνουμε το βραβείο της ματαίωσης γιατί μόνο έτσι βραβεύεται το κυνήγι του ανέφικτου.
Τι είναι η τελειοθηρία;
Ειδικότερα, η τελειοθηρία αναφέρεται στην τάση του ατόμου να θέτει πολύ υψηλά και ανελαστικά standards, δηλαδή προσδοκίες από τον εαυτό του. Αυτό από μόνο του ίσως και να μην φαίνεται ιδαίτερα ανησυχητικό. Γίνεται όμως όταν το άτομο εξαρτά την αυτοεκτίμηση και την αυτοαξία του από την επίτευξη πολύ υψηλών και συχνά ανέφικτων στόχων. Σε αυτή την περίπτωση, το κριτήριο για την αξιολόγηση του εαυτού είναι εξωτερικό. Επίσης, δε βασίζεται στην εκπλήρωση ρεαλιστικών προσδοκιών αλλά στην αποτυχία λόγω ιδιαίτερα υψηλών απαιτήσεων και συνακόλουθα υπονομεύεται η αυτοεκτίμηση του ατόμου.
Η τελειοθηρία με αυτή την έννοια, δεν μπορεί ποτέ να έχει θετικό πρόσημο. Είναι αντίθετη από την υγιή επιδίωξη της εξέλιξης στην οποία κανείς είναι ευέλικτος και δε διστάζει να αναπροσαρμόσει τους στόχους, όταν κάτι δε λειτουργεί. Αυτό συμβαίνει γιατί ένας άνθρωπος ο οποίος καταφεύγει σε τέτοιου είδους συμπεριφορές έχει γεμίσει τις αποσκευές του με όλα εκείνα τα εργαλεία που ακονίζουν το ξίφος της τελειοθηρίας του. Η ακαμψία, η θέσπιση μη ρεαλιστικών προσδοκιών, η έλλειψη ανοχής σε οτιδήποτε δεν υπακούει στο “τέλειο”, ο απόλυτος τρόπος σκέψης και η εσωτερική επικριτική φωνή που σαμποτάρει κάθε προσπάθεια είναι οι προεκτάσεις της τελειοθηρίας και ο τρόπος με τον οποίο το άτομο έχει μάθει να διαχειρίζεται τις καταστάσεις.
Όταν κάποιος αδυνατεί να επιτύχει τους άπιαστους στόχους που έχει θέσει, η βίωση της ματαίωσης είναι μονόδρομος.
Ο ασκός του ανικανοποίητου
Φυσικά ένας τέτοιος άνθρωπος σπάνια ικανοποιείται με κάτι. Η εσωτερικευμένη επικριτική του φωνή δεν κάνει εκπτώσεις σε αυτό που θεωρεί τέλειο και δεν αναγνωρίζει κανένα επίτευγμα όσο μεγάλο ή σημαντικό και αν είναι. Ακόμα όμως και αν εκτιμήσει τα όσα κατάφερε, το προσωπικό κόστος είναι πολύ υψηλό. Έχει μάθει να εξαντλεί τον εαυτό του, να συγκρίνει τις επιδόσεις του με εκείνες των άλλων, να μην επιτρέπει τα λάθη, να θυσιάζει άλλες πλευρές της ζωής του π.χ. (κοινωνική ζωή) και να χωλαίνει σε υπερβολικό βαθμό στη διεκπεραίωση κάποιου έργου με αποτέλεσμα η εργασία να συσσωρεύεται και το άγχος να αυξάνεται. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να μη μπορεί να περάσει άμεσα στην επόμενη δραστηριότητα. Αφήνει παντού εκκρεμότητες και ανολοκλήρωτα έργα.
Το αποτέλεσμα
Σε πρακτικό επίπεδο, αυτό που τελικά καταφέρνει κανείς είναι:
- η αναβλητικότητα
- η εξοντωτική εργασία
- οι συμπεριφορές αποφυγής
- η σκληρή αυτοκριτική
- η έλλειψη προσωπικού χρόνου
- το έντονο stress
- …και συνολικά η μη ικανοποίηση από τη ζωή.
Μπορεί να μοιάζει αρκετά οξύμωρο αλλά η επιδίωξη του τέλειου οδηγεί συχνά σε μία κατάσταση αναβλητικότητας. Αυτό συμβαίνει γιατί το άτομο, δημιουργεί υψηλές προσδοκίες από τον εαυτό. Αυτές με τη σειρά τους, πυροδοτούν έντονο stress και την προσμονή της σωματικής και ψυχικής καταπόνησης καθότι ο εαυτός δεν συμβιβάζεται με τίποτα λιγότερο. Περιμένοντας να καταβάλουμε μία τόσο εξουθενωτική προσπάθεια, αναβάλλουμε τη διεκπεραίωση του έργου. Αναμένουμε και πάλι τις ιδανικές συνθήκες όπου θα νιώθουμε αρκετά έτοιμοι ώστε να επιδοθούμε σε ένα ανελέητο κυνήγι τελειότητας.
Φυσικά, αυτή η στιγμή δεν έρχεται σχεδόν ποτέ. Η λίστα με τα πράγματα που πρέπει να γίνουν παραμένει το αγκάθι του κάθε τελειομανή.
Μία άλλη οπτική
Συνεπώς, η επιδίωξη του τέλειου όχι μόνο δεν επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα αλλά μας εγκλωβίζει σε ένα δίπολο αναβλητικότητας και υπεραναπλήρωσης με δυσάρεστες συνέπειες στη συνολική μας ζωή. Ως γνωστόν, η δυτική κουλτούρα είναι εμποτισμένη με αρκετά πρέπει, υψηλές προσδοκίες, υπέρμετρες απαιτήσεις και ανταγωνιστικό πνεύμα. Ακόμα και το ίδιο πολιτισμικό πλαίσιο συμβάλλει καταλυτικά στη διαιώνιση τέτοιων συμπεριφορών καθώς πολλές φορές οι τελειομανείς αξιολογούνται θετικότερα, για κάτι που στην πραγματικότητα τους βασανίζει.
Όμως, κάτι που πραγματικά αξίζει να κρατήσουμε από τις ανατολικές φιλοσοφίες και τις πολεμικές τέχνες είναι η έννοια του οριακού οφέλους.
Ναι, δε χρειάζεται να επιτύχουμε τέλεια αποτελέσματα.
Δε χρειάζεται να ξοδέψουμε την ενέργειά μας σε μία προσπάθεια.
Δε μετράει μόνο το αποτέλεσμα και δεν εξαρτάται αποκλειστικά από εμάς.
Η προσπάθεια είναι εξίσου σημαντική και κάθε φορά οδηγεί σε ένα αρτιότερο αποτέλεσμα.
Η έννοια του οριακού οφέλους αναφέρεται στις μικρές και μερικές φορές ανεπαίσθητες αλλαγές προς μία επιθυμητή κατεύθυνση. Ακριβώς επειδή ο στόχος δεν είναι να επιτύχουμε υψηλά και ενεργειακά απαιτητικά αποτελέσματα, είναι πιο πιθανό να δεσμευτούμε με κάτι, να κατακτήσουμε μικρούς αλλά καθημερινούς στόχους, να ενισχύσουμε την αίσθηση της αυτοαποτελεσματικότητάς μας, και εν τέλει να σημειώσουμε μία σταθερή βελτίωση σε βάθος χρόνου. Το σημαντικό είναι πως δεν μας ενδιαφέρει να ολοκληρώσουμε και να τελειοποιήσουμε κάτι, άρα δεν θα εξαντληθούμε μέσω της σκληρής εργασίας. Το ενδιαφέρον εστιάζεται στην καθημερινή δέσμευση και στις μικρές αλλαγές που θα μας αποτραβήξουν από την αδράνεια και την αναβλητικότητα.
Ο συμπονετικός νους!
Η τάση μας να έχουμε υψηλές προσδοκίες από τον εαυτό δεν είναι τωρινή και δεν γεννήθηκε σε εμάς αλλά κατά πάσα πιθανότητα την έχουμε υιοθετήσει από τους γονείς μας που είτε ήταν οι ίδιοι τελειοθηρικοί και μιμηθήκαμε αυτή τους τη συμπεριφορά, είτε η επιδοκιμασία από εκείνους ερχόταν υπό προϋποθέσεις και συγκεκριμένα κάθε φορά που ανταποκρινόμασταν καλά σε κάτι.
Στο “εδώ και τώρα” όμως χρειάζεται να ρωτήσεις τον εαυτό σου:
Τι σε εκφράζει;
Ποιες απαιτήσεις είναι δικές σου;
Ποιες συνήθισες να κουβαλάς στην πορεία των χρόνων;
Ποιανού επικριτική φωνή έχεις εσωτερικεύσει και πόσο θέλεις ακόμα να σε διατάζει;
Μήπως χρειάζεται να δώσεις φωνή και στην πιο συμπονετική σου πλευρά;
Έχεις μάθει να κυνηγάς το τέλειο, το πρέπον, το σωστό ίσως γιατί ποτέ δε δόθηκε έμφαση στο πιο αγνό και αυθεντικό σου κομμάτι. Αυτό που κάνει λάθη, είναι τρωτό, νωχελικό, ανυπάκουο και παιδικό.
Σε ένα καθεστώς τελειότητας δεν επιτρέπονται τα λάθη.
Τι γίνεται όμως όταν ο πραγματικός εαυτός σφάλλει;
Πως διαχειρίζεται κανείς την ατελή ανθρώπινη φύση του που βρίθει από καταπιεσμένες ανάγκες;
Η ανάγκη για αυτοεκτίμηση, έλεγχο, θαυμασμό και αποδοχή είναι πυρηνικές και ανθρώπινες.
Δε μπορεί να τις αγνοήσει κανείς, ούτε χρειάζεται να τελειοποιήσει τον εαυτό του για να έχει άξια. Ο κάθε άνθρωπος έχει εγγενή αξία και ο αυθεντικός εαυτός είναι πάντοτε πιο ανθεκτικός από όσο νομίζουμε γιατί έχει αφομοιώσει τα τυφλά του σημεία και δεν χρειάζεται να επενδύσει στην τελειότητα, για να πορευτεί.